Αθήνα, 22/5/2023

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ & ΕΛΕΓΧΩΝ – Ν.Π.Δ.Δ
Αρ. Πρωτ. 916 ΕΞ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΘΕΜΑ : Αλλαγή Λογιστικού Πλαισίου απο ΔΛΠ σε ΕΛΠ

Ανώνυμη εταιρεία  δημοσιεύει  χρηματοοικονομικές καταστάσεις σε ΔΛΠ  από τη χρήση 2020. Επειδή η εταιρεία διακόπτει τη δραστηριότητά της σταδιακά, θέλει να μην εφαρμόζει από τη χρήση 2023  τα ΔΛΠ και να γυρίσει σε δημοσίευση σε ΕΛΠ. Σημειώνω επίσης ότι μέχρι τακτοποίησης των εκκρεμοτήτων της η εταιρεία δεν θα μπει σε εκκαθάριση. Είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Μήπως πρέπει να γίνει κάποιο αίτημα στην Υπηρεσία σας; Σε περίπτωση που δε γίνεται η αλλαγή δημοσίευσης σε ΕΛΠ  αλλά παρόλα αυτά η ΕΤΑΙΡΕΙΑ, για λογούς κόστους, δημοσιεύσει σε ΕΛΠ ποιο είναι το πρόστιμο και για ποσό καιρό επαναλαμβάνεται;

Απάντηση:

Η διοίκηση της οντότητας έχει την ευθύνη της εκτίμησης του κατά πόσον η αρχή της συνέχισης της δραστηριότητας γίνεται δεκτή κατά τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Η απάντηση του ερωτήματος γίνεται με την παραδοχή ότι η αρχή της συνέχισης της δραστηριότητας δεν είναι κατάλληλη για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της ερωτώσας οντότητας.

Στο άρθρο 25 του Δ.Λ.Π. 1 αναφέρονται τα εξής: «Όταν καταρτίζονται οι οικονομικές καταστάσεις, η διοίκηση θα προβαίνει σε εκτίμηση της δυνατότητας της οικονομικής οντότητας να διατηρηθεί ως συνεχιζόμενη δραστηριότητα. Μια οικονομική οντότητα θα καταρτίζει τις οικονομικές καταστάσεις βάσει της αρχής της συνεχιζόμενης δραστηριότητας, εκτός εάν η διοίκηση προτίθεται να εκκαθαρίσει την οικονομική οντότητα ή να παύσει κάθε συναλλαγή ή εάν δεν έχει εναλλακτική λύση παρά να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο. Όταν κατά την πραγματοποίηση της εκτίμησής της, η διοίκηση γνωρίζει την ύπαρξη σημαντικών αβεβαιοτήτων, οι οποίες σχετίζονται με γεγονότα ή συνθήκες που μπορεί να δημιουργήσουν σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά τη δυνατότητα της οικονομικής οντότητας να διατηρηθεί ως συνεχιζόμενη δραστηριότητα, αυτές οι αβεβαιότητες πρέπει να γνωστοποιούνται. Όταν οι οικονομικές καταστάσεις δεν καταρτίζονται στη βάση της συνεχιζόμενης δραστηριότητας, το γεγονός αυτό γνωστοποιείται από την οικονομική οντότητα, μαζί με τη βάση στην οποία οι οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται και το λόγο για τον οποίο η οικονομική οντότητα δεν θεωρείται συνεχιζόμενη δραστηριότητα».

Στο θέμα της μη συνέχισης της δραστηριότητας αναφέρεται και η παράγραφος 14 του Δ.Λ.Π. 10 όπου αναφέρονται τα εξής: «Η οικονομική οντότητα δεν πρέπει να καταρτίζει τις οικονομικές καταστάσεις βάσει της αρχής της συνεχιζόμενης δραστηριότητας (going concern), αν η διοίκηση προσδιορίσει μετά την περίοδο αναφοράς είτε ότι προτίθεται να προβεί σε εκκαθάριση της οικονομικής οντότητας είτε ότι θα παύσει να εμπορεύεται ή ότι δεν έχει εναλλακτική δυνατή λύση από το να πράξει κατ’ αυτόν τον τρόπο».

Όταν οι οικονομικές καταστάσεις δεν καταρτίζονται στη βάση της συνεχιζόμενης δραστηριότητας, δεν δίδεται καθοδήγηση από τα Δ.Π.Χ.Α. σχετικά με την βάση αποτίμησης που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Παράλληλα, δεν προκύπτει από τη μη χρήση της αρχής της συνεχιζόμενης δραστηριότητας η αδυναμία συμμόρφωσης με τα Δ.Π.Χ.Α.  Δεδομένου όμως ότι η οντότητα διακόπτει τη δραστηριότητά της το γεγονός αυτό συνεπάγεται την ανάκτηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων μέσω της ρευστοποίησής τους και τον διακανονισμό των υποχρεώσεων με τα ποσά που θα απαιτηθούν για το σκοπό αυτό. Στο πλαίσιο αυτό η οντότητα θα πρέπει να επιλέξει εκ νέου τις κατάλληλες λογιστικές πολιτικές ώστε να επιτευχθεί ο σκοπός της εύλογης παρουσίασης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Συνεπώς, κατά την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με τα Δ.Π.Χ.Α. θα πρέπει να υιοθετηθεί μια τροποποιημένη βάση που είναι συνεπής με τα Δ.Π.Χ.Α. Οι πολιτικές αυτές θα περιλαμβάνουν απομειώσεις των περιουσιακών στοιχείων στο ρευστοποιήσιμο ποσό τους με βάση τις υπάρχουσες συνθήκες στο τέλος της περιόδου αναφοράς και προβλέψεις για συμβατικές ή νομικές δεσμεύσεις που μπορεί να έχουν καταστεί επαχθείς ως συνέπεια της απόφασης της Διοίκησης της οντότητας να τεθεί σε εκκαθάριση ή να διακόψει την δραστηριότητά της.

Στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του ν.4308/2014 αναφέρεται ότι: «Κάθε άλλη οντότητα υποκείμενη στον παρόντα νόμο μπορεί, με απόφαση της διοίκησής της, να εφαρμόζει προαιρετικά τα Δ.Π.Χ.Α., όπως αυτά έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (προαιρετική εφαρμογή Δ.Π.Χ.Α.). Στην περίπτωση αυτή η εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Α. είναι υποχρεωτική για πέντε συνεχόμενες ετήσιες περιόδους από την πρώτη εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Α.».

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι δεν προβλέπεται εκ του νόμου η μη εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Α. σε περίπτωση που η Διοίκηση της οντότητας εκτιμήσει ότι η αρχή της συνέχισης της δραστηριότητας δεν είναι κατάλληλη κατά τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων αν δεν έχουν παρέλθει πέντε συνεχόμενες ετήσιες περιόδους από την πρώτη εφαρμογή των Δ.Π.Χ.Α..

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, όταν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις δεν συντάσσονται με βάση τη θεμελιώδη παραδοχή της συνέχισης της δραστηριότητας τα περιουσιακά στοιχεία επιμετρώνται στις καθαρές ρευστοποιήσιμες αξίες τους και οι υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων των προβλέψεων, επιμετρώνται στα ποσά που αναμένεται να απαιτηθούν για το διακανονισμό τους.

Το Σ.ΛΟ.Τ. είναι αρμόδιο για θέματα λογιστικής τυποποίησης και κατάρτισης χρηματοοικονομικών καταστάσεων και δεν γνωμοδοτεί για τις νομικές συνέπειες που απορρέουν από τη σύνταξή τους.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ

Αλέξανδρος Σικαλίδης

ΤΑ ΜΕΛΗ

Χαράλαμπος Συρούνης

Διονύσιος Παπαγεωργακόπουλος

Κωνσταντίνος Χαλέβας

Γεώργιος Παπαναστασόπουλος