Αθήνα, 23.06.2016
Αριθμ. Πρωτ.: 1404 ΕΞ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ & ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)
ΣΛΟΤ 1404/2016
ΘΕΜΑ: «Συναλλαγματικές Διαφορές Τραπεζών»
ΕΡΩΤΗΜΑ
Σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων των εμπορικών Τραπεζών είναι οι πράξεις συναλλάγματος, δηλαδή οι πράξεις που συνδέονται με κατοχή νομισματικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων. Ειδικότερα, αναφερόμαστε σε στοιχεία όπως, ενδεικτικά, μετρητά σε ξένο νόμισμα, δάνεια και απαιτήσεις κατά πελατών, ομόλογα του επενδυτικού ή εμπορικού χαρτοφυλακίου, καταθέσεις πελατών, ομολογιακές εκδόσεις, απαιτήσεις και υποχρεώσεις από πιστωτικά ιδρύματα κ.λπ.. Τα στοιχεία αυτά παρακολουθούνται βάσει των εφαρμοστέων ΔΠΧΑ στο (αποσβέσιμο) κόστος κτήσης, επιμετρούμενα στο νόμισμα παρουσίασης (ευρώ) βάσει της τρέχουσας ισοτιμίας του ξένου νομίσματος, ενώ οι προκύπτουσες συναλλαγματικές διαφορές από αποτίμηση ή/και από διακανονισμό, αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα.
Τα εν λόγω νομισματικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις παρακολουθούνται λογιστικά σε συνολικό επίπεδο κατά νόμισμα, ώστε να είναι γνωστή η συναλλαγματική θέση της τράπεζας για σκοπούς διαχείρισης του συναλλαγματικού κινδύνου, ενώ το πληροφοριακό σύστημα της τράπεζας παρακολουθεί επίσης την ποσότητα του κάθε επιμέρους στοιχείου (περιουσιακού στοιχείου ή υποχρέωσης) εντός κάθε νομίσματος. Περαιτέρω, με βάση τα μεγέθη των ελληνικών τραπεζών, μπορεί καθημερινά να διενεργούνται ακόμη και αρκετές χιλιάδες πράξεων την ημέρα σε ένα νόμισμα. Δηλαδή, η συναλλαγματική θέση της Τράπεζας για τα εν λόγων νομισματικά στοιχεία είναι ένα ενδογενές χαρακτηριστικό του τραπεζικού κλάδου και όχι μια συμπτωματική πράξη.
Για την αποτελεσματική διαχείριση του συναλλαγματικού κινδύνου, και δεδομένου ότι οι εν λόγω πράξεις συνιστούν σημαντικό μέρος της τραπεζικής δραστηριότητας, οι τράπεζες προβαίνουν σε καθημερινή, κατά κανόνα, αποτίμηση της συνολικής τους θέσης (ποσότητα ξένου νομίσματος) σε κάθε νόμισμα, διενεργώντας σχετική λογιστική εγγραφή. Με βάση την πάγια και επί δεκαετίες εφαρμοζόμενη λογιστική οργάνωση των τραπεζών, δεν παρακολουθούνται διακεκριμένα οι εξ αποτιμήσεως και από διακανονισμό προκύπτουσες συναλλαγματικές διαφορές του κάθε νομίσματος, δεδομένου ότι για την τραπεζική επιχείρηση οι διαφορές αυτές συνιστούν αδιακρίτως ένα ενιαίο στοιχείο των τραπεζικών εργασιών, ενώ η διάκριση τους θα απαιτούσε σημαντικό κόστος ανασχεδιασμού των πληροφοριακών συστημάτων χωρίς η πληροφορία αυτή να είναι χρήσιμη, λόγω της φύσης του θέματος, για τη διοίκηση ή για λόγους εποπτείας από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Με βάση τις ανωτέρω πληροφορίες όσον αφορά στις πράξεις των τραπεζών επί συναλλάγματος, παρακαλούμε να μας γνωρίσετε την άποψη σας, εάν, με βάση τις αρχές της λογιστικής επιστήμης και την τραπεζική πρακτική, οι ως άνω προκύπτουσες συναλλαγματικές διαφορές συνιστούν για τις τράπεζες οργανικό (λειτουργικό) αποτέλεσμα.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν από την μετατροπή σε ευρώ, νομισματικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα, είτε είναι πραγματοποιημένες είτε εξ αποτιμήσεως, αποτελούν οργανικό (λειτουργικό) αποτέλεσμα της τράπεζας.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΛΟΤ
ΤΑ ΜΕΛΗ